Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

Κάρμα

Μου πήρε χρόνια να καταλάβω
Πως υπάρχει και μι΄άλλη ζωή πέρα απ΄τον πάγο
Εκεί που λιάζονται οι σαύρες και τα ηφαίστεια
Ησυχάζουν στο φως που το γυμνώνει
Κουράστηκα να γυρίζω σ΄αυτές τις ερήμους
Αυτή η διαδρομή μ΄εξοντώνει
Σίγουρα κάπου θα υπάρχουν δυο μάτια
Που σαν άυλοι φάροι μες στη νύχτα
Θα μου δείχνουν ένα δρόμο να βαδίσω
Έναν ορίζοντα λαμπρό όπου θα με περιμένει
Η ζεστασιά κι η συγκατάνευση
Με μια κούπα στα χείλη
Κι ένα χαμόγελο στο χρώμα του κυκλάμινου
Μα καθώς προσπαθώ να βγω
Απ΄αυτήν την τυφλή μάζα τρόμου που με περιέχει
Βραχνές αναμνήσεις μου θυμίζουν
Πως η ζωή μου πάντα θα επιστρέφει
Σαν τιμωρός και σαν τύψη
Ένας κόσμος ορυκτός
Μια παρουσία στοιχειωμένη

Θυμάμαι μια νύχτα που 'χες πει:
"έχεις σταυρώσει κόσμο εσύ , θα μείνεις ξένος"
και σε κοιτούσα σαν παιδί
που κάποιος του΄πε το γιατί
φυσάει αγέρας στη ζωή του αγριεμένος






Παντελής Ροδοστόγλου

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Κ᾿ ἦταν μία νύχτα ὡραία

Κ᾿ ἦταν μία νύχτα ὡραία καὶ στὴ ματιά σου
καὶ στὰ τραγούδια σου. Ἤτανε γλυκιὰ
μία νύχτα στὰ τραγούδια τὰ παληά σου
γεμάτη ἀστέρια, νύχτα ξωτικιά.



Ἡ μόνη ἀγάπη μέσ᾿ στὴ μοναξιά σου,
τόσο ὄμορφη, τόσο ὑποβλητικιά,
ἔγινε πάθος μέσα στὴν καρδιά σου,
μέσ᾿ στὴν καρδιά σου τὴν ἐρημικιά.



Ἄχ, τὰ παληὰ τραγούδια σου ποὺ κλαίγαν
Κ᾿ ἤτανε τόσο ἀνείπωτα γλυκὰ
καὶ τὄκρυβαν σεμνὰ καὶ δὲν τὸ λέγαν.



Ἄχ, τὰ παληά σου τὰ τραγούδια ποὖνε
θλιμμένα σὰν ἀγάπης μυστικά,
σὰν ἄνθη δακρυσμένα ποὺ σιωποῦνε.




Μαρία Πολυδούρη

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Μονάχα με την ποίηση

Μονάχα με την ποίηση
Δε θα χαθούν ποτέ
Τα μεγάλα ιστιοφόρα της αυγής
Ούτε τα φώτα ούτε η χαρά
Ούτε τα δέντρα ούτε η νύχτα

Μονάχα με την ποίηση
Θα 'μαστε ακόμα ικανοί
Να βλέπουμε και ν' αγαπούμε
Να ονομάζουμε τα πράγματα
Με τις πιο καθημερινές λέξεις
Να λέμε το ψωμί ψωμί τη σκάφη σκάφη
Και μ' ένα βλέμμα να οδηγούμαστε
Σε μιαν αλήθεια οριστική

Μονάχα με την ποίηση
Θα μεγαλώσουνε τα στάχυα
Και τα στήθη των κοριτσιών
Το ποτάμι θ' απομείνει ποτάμι
Η θάλασσα θάλασσα
Κι ο ουρανός ουρανός

Μονάχα με την ποίηση
Θ' ανακαλύψουμε ξανά τ' αστέρια
Μέσα στις καπνοδόχες
Κι όλη τη θλίψη που ενδημεί
Στο βάθος των ματιών
Και θα μπορέσουμε να ξαναβρούμε
Το γενέθλιο χωριό μας
Παραχωμένο μες στα χιόνια

Μονάχα με την ποίηση
Θ' ανακαλύψουμε ξανά τον έρωτα
Και πατώντας από κλωνί σε κλωνί
Κι από ελπίδα σ' ελπίδα
Θα εγκαθιδρύσουμε
Την αγνή βασιλεία των φτερών



Τάκης Βαρβιτσιώτης

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Καινούρια Ζάλη

Ο χρόνος είναι ο χειρότερος γιατρός
Σε καίει, σε σκορπάει και σε παγώνει
Μα εσύ σε λίγο δεν θα βρίσκεσαι εδώ
Κάποιοι άλλοι θα παλεύουν με τη σκόνη

Θέλεις ξανά ν' αποτελειώσεις μοναχός
Ενα ταξίδι που ποτέ δεν τελειώνει
Κάτω απ' τα ρούχα σου ξυπνάει ο πιο παλιός θεός
Μες τις βαλίτσες σου στριμώχνονται όλοι οι δρόμοι

Ποιοι χάρτες σου ζεστάνανε ξανά το μυαλό
Ποιες θάλασσες στεγνώνουν στο μικρό σου κεφάλι
Ποιος άνεμος σε παίρνει πιο μακριά από δω
Πες μου ποιο φόβο αγάπησες πάλι

Σε ποιο όνειρο σε ξύπνησαν βρεμένο, λειψό
Ποιοι δαίμονες ποτίζουν την καινούρια σου ζάλη
Ποιος έρωτας σε σπρώχνει ποιο μακριά από δω
Πες μου ποιο φόβο αγάπησες πάλι

Το όνειρο που σ' έφερε μια μέρα ως εδώ
Σήμερα καίγεται, σκουριάζει και σε διώχνει
Μια σε κρατάει στη γη, μια σε ξερνάει στον ουρανό
Το ίδιο όνειρο σε τρώει και σε γλυτώνει

Θέλεις ξανά ν' αποτελειώσεις μοναχός
Ένα ταξίδι που ποτέ δεν τελειώνει
Κάτω απ' τα ρούχα σου ξυπνάει ο πιο παλιός θεός
Μες τις βαλίτσες σου στριμώχνονται όλοι οι δρόμοι

Ποια νήματα σ' ενώνουν με μια άλλη θηλιά
Ποια κύματα σε διώχνουν απ' αυτό το λιμάνι
Ποια μοίρα σε φωνάζει από την άλλη μεριά
Πες μου ποιο φόβο αγάπησες πάλι

Ποια σύννεφα σκεπάσαν τη στεγνή σου καρδιά
Ποια αστέρια τραγουδάνε τη καινούρια σου ζάλη
Ποιο ψέμα σε κρατάει στην αλήθεια κοντά
Πες μου ποιο φόβο αγάπησες πάλι

Ποιες λέξεις μέσα σου σαπίζουν και δεν θέλουν να βγουν
Ποια ελπίδα σ' οδηγεί στην πιο γλυκιά αυταπάτη
Ποια θλίψη σε κλωτσάει πιο μακριά από παντού
Πες μου ποιος φόβος σε νίκησε πάλι





Τρύπες

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

Το γράμμα

Δε θέλω πια να σκέφτομαι τα ίδια και τα ίδια
Σα να 'ταν όλα ψέμματα στάχτες κι αποκαϊδια
Θέλω ανοιχτά παράθυρα να με φυσάει αέρας
Να΄χω το νου μου αδειανό
Να΄χω και πρίμο τον καιρό


Δε θέλω πια να μου μιλάς για όσα έχεις ζήσει
Δε χάθηκε κι ο κόσμος πια το τζάμι αν ραγίσει
Θέλω να'ρθεις και να με βρεις να κάτσεις να τα πούμε
Πως νιώθουμε παράφορα
Πως ζούμε ετσι αδιάφορα


Δε θέλω να πικραίνεσαι
τις Κυριακές τα βράδια
Χωρίς αυτή τη σκοτεινιά
τα χρόνια μένουν άδεια


Θέλω να φύγεις να σωθείς να πάψεις να γκρινιάζεις
Να ξεχαστείς στη διαδρομή ποιός ήσουν και πώς μοιάζεις
Έτσι θα σ'αγαπώ πολύ και θα σε βλέπω λίγο
Σα μια γυναίκα μακρινή
Που αγάπησα πριν φύγω


Δε θέλω να πικραίνεσαι
τις Κυριακές τα βράδια
Χωρίς αυτή τη σκοτεινιά
τα χρόνια μένουν άδεια





Σωκράτης Μάλαμας

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ φόβος

Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ φόβος ποὺ μᾶς ἑνώνει μὲ τοὺς ἄλλους
Ὅταν ὑπόταξαν τὶς μέρες μας καὶ τὶς κρεμάσανε σὰ δάκρυα
Ὅταν μαζί τους πεθάνανε σὲ μίαν οἰκτρὴ παραμόρφωση
Τὰ τελευταῖα μας σχήματα τῶν παιδικῶν αἰσθημάτων
Καὶ τί κρατᾷ τάχα τὸ χέρι ποὺ οἱ ἄνθρωποι δίνουν;
Ξέρει νὰ σφίγγει γερὰ ἐκεῖ ποὺ ὁ λογισμός μας ξεγελᾷ
Τὴν ὥρα ποὺ ὁ χρόνος σταμάτησε καὶ ἡ μνήμη ξεριζώθηκε
Σὰ μίαν ἐκζήτηση παράλογη πέρα ἀπὸ κάθε νόημα;
(κι αὐτοὶ γυρίζουν πίσω μιὰ μέρα χωρὶς στὸ μυαλὸ μία ρυτίδα
βρίσκουνε τὶς γυναῖκες τους καὶ τὰ παιδιά τους μεγάλωσαν
πηγαίνουνε στὰ μικρομάγαζα καὶ στὰ καφενεῖα τῆς συνοικίας
διαβάζουνε κάθε πρωὶ τὴν ἐποποιία τῆς καθημερινότητας.)
Πεθαίνουμε τάχα γιὰ τοὺς ἄλλους ἢ γιατὶ ἔτσι νικοῦμε τὴ ζωὴ
Ἢ γιατὶ ἔτσι φτύνουμε ἕνα-ἕνα τὰ τιποτένια ὁμοιώματα
Καὶ μία στιγμὴ στὸ στεγνωμένο νοῦ τους περνᾷ μίαν ἡλιαχτίδα
Κάτι σὰ μιὰ θαμπὴ ἀνάμνηση μιᾶς ζωικῆς προϊστορίας.
Φτάνουμε μέρες ποὺ δὲν ἔχεις πιὰ τί νὰ λογαριάσεις
Συμβάντα ἐρωτικὰ καὶ χρηματιστηριακὲς ἐπιχειρήσεις
Δὲ βρίσκεις καθρέφτες νὰ φωνάξεις τ᾿ ὄνομά σου
Ἁπλὲς προθέσεις ζωῆς διασφαλίζουν μίαν ἐπικαιρότητα
Ἀνία, πόθοι, ὄνειρα, συναλλαγές, ἐξαπατήσεις
Κι ἂν σκέφτομαι εἶναι γιατὶ ἡ συνήθεια εἶναι πιὸ προσιτὴ ἀπὸ τὴν τύψη.
Μὰ ποιὸς θὰ ῾ρθεῖ νὰ κρατήσει τὴν ὁρμὴ μιᾶς μπόρας ποὺ πέφτει;




Μανόλης Αναγνωστάκης

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

Θεατρίνοι

Στήνουμε θέατρα και τα χαλνούμε
όπου σταθούμε κι όπου βρεθούμε
στήνουμε θέατρα και σκηνικά
όμως η μοίρα μας πάντα νικά.


Και τα σαρώνει και μας σαρώνει
και τους θεατρίνους και το θεατρώνη
υποβολέα και μουσικούς
στους πέντε ανέμους τους βιαστικούς.


Σάρκες,λινάτσες,ξύλα,φτιασίδια
ρίμες,αισθήματα,πέπλα,στολίδια
μάσκες,λιογέρματα,γόοι και κραυγές
κι επιφωνήματα και χαραυγές.


Ριγμένα ανάκατα μαζί με μας
(πες μου πού πάμε, πες μου πού πας)
πάνω απ`το δέρμα μας γυμνά τα νεύρα
σαν τις λουρίδες ονάγρου η ζέβρα.


Γυμνά κι ανάερα,στεγνά στην κάψα
(πότε μας γέννησαν,πότε μας θάψαν?)
και τεντωμένα σαν τις χορδές
μιας λύρας που ολοένα βουίζει. Δες


και την καρδιά μας ένα σφουγγάρι
στο δρόμο σέρνεται και στο παζάρι
πίνοντας το αίμα και τη χολή
και του τετράρχη και του ληστή.





Γιώργος Σεφέρης

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010

Κονιάκ Μηδέν Αστέρων

Χαμένα πᾶνε ἐντελῶς τὰ λόγια τῶν δακρύων.
Ὅταν μιλάει ἡ ἀταξία ἡ τάξη σωπαίνει
-ἔχει μεγάλη πεῖρα ὁ χαμός.
Τώρα πρέπει νὰ σταθοῦμε στὸ πλευρὸ
τοῦ ἀνώφελου.
Σιγὰ σιγὰ νὰ ξαναβρεῖ τὸ λέγειν της ἡ μνήμη
νὰ δίνει ὡραῖες συμβουλὲς μακροζωϊας
σὲ ὅ,τι ἔχει πεθάνει.
Ἂς σταθοῦμε στὸ πλευρὸ ἐτούτης τῆς μικρῆς
Φωτογραφίας
ποὺ εἶναι ἀκόμα στὸν ἀνθὸ τοῦ μέλλοντός της:
νέοι ἀνώφελα λιγάκι ἀγκαλιασμένοι
ἐνώπιον ἀνωνύμως εὐθυμούσης παραλίας.
Ναύπλιο Εὔβοια Σκόπελος;
Θὰ πεῖς
καὶ ποὺ δὲν ἦταν τότε θάλασσα.


Κική Δημουλά

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Όταν κατέβουμε τη σκάλα...



Όταν κατέβουμε τη σκάλα τι θα πούμε
στους ίσκιους που θα μας υποδεχτούνε,
αυστηροί, γνώριμοι, αόριστοι φίλοι,
μ' ένα χαμόγελο στ' ανύπαρκτα τους χείλη;

Τουλάχιστον δωπέρα είμαστε μόνοι.
Περνάει η μέρα μας, η άλλη ξημερώνει,
και μες στα μάτια μας διατηρούμε ακόμα
κάτι που δίνει στα πράγμα χρώμα.

Αλλά εκεί κάτου τι να πούμε, πού να πάμε;
Αναγκαστικά ένας τον άλλον θα κοιτάμε,
με κομμένα τα χέρια στους αγκώνες,
ασάλευτοι σαν πρόσωπα σε εικόνες.

Αν έρθει κανείς την πλάκα μας να χτυπήσει,
θα φαντάζεται πως έχουμε ζήσει.
Αν πάρει ένα τριαντάφυλλο ή αφήσει χάμου,
το τριαντάφυλλο θα 'ναι της άμμου.

Κι αν ποτέ στα νύχια μας ανασηκωθούμε,
τις βίλες του Posilipo θα ιδούμε,
Κύριε, Κύριε, και το τερραίν του Παραδείσου
όπου θα παίζουν cricket οι οπαδοί Σου.

Κώστας Καρυωτάκης

Το γέλιο των ματιών σου

Μέσα στου ήλιου το φως
Βλέπω εσένα, κρυφά να γελάς
Μην σε δει άνθρωπος κανονικός
Και σου φωνάξει μη σταματάς

Εγώ όμως σε πλησιάζω σιγά
Μη φοβηθείς και σταματήσεις
Και σε ρωτάω ψιθυριστά
Γιατί φοβάσαι να μ’ αντικρίσεις

Σηκώνεις τότε τα μάτια ψηλά
Τα βλέπω και χάνομαι πολύ μακριά
Φοβάμαι, τρέχω παντού να κρυφτώ
Είδα σ’ εσένα κάθε όνειρο τρελό

Γυρνώ να σε βρω και δεν είσαι εκεί
Ρωτάω παντού και έχεις χαθεί
Μαθαίνω από κάποιον τρελό χορευτή
Πως τα μάτια σου έχασες, έχει μαθευτεί

Μου είπε πώς ήσουν
Ακόμα του δρόμου ένας τρελός
Που έδινες φως στους περαστικούς
Αλλά δεν ήθελες να σε κοιτάει κανείς

Τρέχω στους δρόμους τώρα μονάχος
Κοιτάω απ’ εδώ κι από ‘κει
Κλαίω, μήπως κάποιος με δει
Και με λυπηθεί ή μήπως φοβηθεί

Ξέρω πως φταίω μόνο εγώ
Που στα μάτια σε κοίταξα βαθιά
Γι αυτό κι εσύ για να μ’ εκδικηθείς
Παντοτινά είπες θα χαθείς

Μ’ άφησες χαμένο
Στη δική σου ζωή
Όμως κάποτε μου είχες πει
Ότι θα ‘ρθεις για να με βγάλεις

Θα περιμένω όμως μη με θυμηθείς
Στο μέρος που πρώτη φορά με είχες δει
Εκεί θα ‘μαι, τρελός να τους κοιτάω


Σ.Μ.
28-4-2010

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

Ηλεκτρικός Θησέας

Με κάτασπρο πανί ένα καράβι απ' το πενήντα έχει να φανεί
και συ βιδώθηκες μες στο λιμάνι με ανθοδέσμη που 'χει μαραθεί.
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί
ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί.

Σε εδίκασαν να σπαταλάς τα χρόνια σε μια ζωή χωρίς προοπτική.
Χάνεσαι σαν το γλάρο στην Ομόνοια και όταν ψάχνεις λύση στην φυγή.
Πληρώνεις όσο-όσο τα διόδια και κομματιάζεσαι στην εθνική.
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι Αριάδνη έχει μουγκαθεί.

Ποιος είναι ισοβίτης στο σκοτάδι ποιος αλαφιάζει δίχως πληρωμή;
Ποιος σκύβει στους αφέντες το κεφάλι και ποιος τα βράδια κλαίει σαν παιδί;
Ποιος ονειρεύεται πως κάποιοι άλλοι βγαίνουν και κάνουν πρώτοι την αρχή;
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μουγκαθεί.

Ναυάγια ονείρων αρμενίζουν και τα κεφάλια γεμισαν σκουριά.
Στα σούπερ μάρκετ τέλειωσε η ελπίδα και συ κοκκαλωσες στη σκαλωσιά.
Πού πήγαν οι τρακόσοι του Λεωνίδα και τι θα πούμε τώρα στα παιδιά;
Ηλεκτρικός Θησέας; Και τα λοιπά.

Φοβάσαι ότι θα 'ρθει καταιγίδα και θα μας πνίξει όξινη βροχή,
βάλε σε γυάλα μέσα την πατρίδα και κρύψε την καλά μέσα στη γη.
Μήπως την ψάχνουν σαν την Ατλαντίδα αφού η Πανδώρα ανοίγει το κουτί;
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει μπερδευτεί.

Ψηφοθηρία, λόγοι κι εμβατήρια ποτέ δεν έφεραν την αλλαγή
για αυτό και χάθηκες στα σφαιριστήρια και μες στα γήπεδα την Κυριακή.
Τώρα καθώς κοιτάς τα διυλιστήρια ρωτάς ποιοι σ' έχουν βάλει στο κλουβί.
Ηλεκτρικός Θησέας σε πηγάδι κι η Αριάδνη έχει τρελαθεί.

Να κλείσεις θες πληγή θανατηφόρα και μες στα νέα ψάχνεις για δουλειά.
Τα δάκρυα σου γίνονται μαστίγια και τον λαιμό σου σφίγγουν σα θηλιά.
Όσα τα κέρδισες με τα μαρτύρια τα παζαρεύουν πάλι στα χαρτιά,
τρέχεις να ψάξεις μες στα καταφύγια και βρίσκεις μιαν αιχμάλωτη γενιά.

Μια πλαστική ανέμισες σημαία, πίστεψες σ' έναν άγνωστο θεό
κρέμασες το μυαλό σε μια κεραία ειδήσεις σίριαλ και τσίχλα ροκ.
Και πώς θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν τα λάθη κλέβουν τον καιρό;
Και πώς θα ξημερώσει άλλη μέρα όταν το ψέμα σέρνει τον χορό;

Ζωγράφισε έναν ήλιο στο ταβάνι, μίλησε με τ' αγέρι της νυχτιάς
και χόρεψε μαζί με τη σκιά σου στους ήχους μιας αδύναμης καρδιάς.
Πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς
πάρε τηλέφωνο την μοναξιά σου ή βγες ξανά στον δρόμο της φωτιάς.





Δημήτρης Βάρος

Περί έρωτος, αγάπης και ζωής

Η αποχαιρετιστήρια επιστολή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες


Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια 
και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, 
αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ.
Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γιαυτό που αξίζουν, αλλά γι αυτό που σημαίνουν.
Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, 
χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, 
θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και 
πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, 
αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου.
Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. 
Θα ζωγράφιζα μ ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι 
κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη. 
Θα πότιζα με τα δάκρια μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ αγκάθια τους 
και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...
Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή... 
Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ. 
Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου 
και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.
Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, 
χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται! 
Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, 
αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. 
Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη. 
Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους... 
Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, 
χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά. 
Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, 
το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα.
Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί. 
Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, 
γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.
Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. 
Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να κοιμάσαι, 
θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. 
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις απ' την πόρτα, 
θα σ' αγκάλιαζα και θα σού δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα. 
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, 
θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. 
Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ' έβλεπα, θα έλεγα "σ' αγαπώ" και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. 
Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ΄θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.
Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. 
Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. 
Γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν' το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, 
θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, 
ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία. 
Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, 
αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις συγνώμη, συγχώρεσέ με, 
σε παρακαλώ, ευχαριστώ κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις.
Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. 
Ζήτα απ' τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. 
Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα.


Gabriel Garcia Marquez